ἀμεστωσιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀμεστωσιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀμεστωσιˬὰ ἡ, Ρόδ. — Λεξ. Βλαστ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀμέστωτος. Ἡ λ. καὶ παρὰ Σομ.

Σημασιολογία

Ἡ μὴ τελεία ὡρίμασις, ἐπὶ δημητριακοῦ καρποῦ. Πβ. ἀμεστοσύνη.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/