ἀνακύκλωμα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνακύκλωμα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀνακύκλωμα τὀ, ἀνατσούκλωμα Εὔβ. (Κύμ)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ρ. ἀνακυκλώνω.
Σημασιολογία
Ἡ κυκλικὴ ἀνάδεσις τῆς κόμης τῶν γυναικῶν ἐπὶ τῆς κορυφῆς.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA