ἀναλόγι
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναλόγι
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀναλόγι τό, ἀναλόγιˬο σύνηθ. ἀναλόγιν κοιν. ἀναλόι Πόντ. (᾿Αμισ. Κερασ Χαλδ. κ. ἀ.) ἀνωλόι Ἄνδρ. ᾿ναλόγι ΚΟἰκονόμ. Δοκίμ. 2,340
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ μεσν. οὐσ ἀναλόγιν παρὰ τὸ ὁμοίως μεσν. ἀναλόγιον. Πβ. Λύβιστρ καὶ Ροδὰμν στ. 273 (ἔκδ. ΔΜαυροφρ σ. 334) «εὑρίσκω εἰς χρυσοκόσκινον ἐπάνω ἀναλόγιν | πτερὸν νὰ κεῖται τοῦ Ἔρωτος καὶ τόξον γεμισμένον». Τὸ ἀνωλόι ἐκ παρετυμ. πρὸς τὸ ἐπίρρ. ἄνω, διότι κεῖται ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ὑψηλότερον τοῦ ἐδάφους.
Σημασιολογία
1) Ξύλινος ὀκρίβας ποικίλων σχημάτων καὶ διαστάσεων εὔχρηστος εἰς τοὺς ναοὺς πρὸς ἀπόθεσιν τῶν εἰς χρῆσιν τῶν ψαλτῶν ἱερῶν βιβλίων ἢ τοῦ εὐαγγελίου καὶ εἰκόνων πρὸς προσκύνησιν ὑπὸ τῶν πιστῶν κοιν. καὶ Πόντ. (Ἀμισ. Κερασ. Χαλδ. κ. ἀ.) : Βάζω τὸ βαγγέλιˬο-τὴν εἰκόνα ᾽ς τ᾿ ἀναλόγι κοιν. Συνών. ἀναγνωστήρι, ἀναλογεῖο 1. 2) ᾿Οκρίβας ξύλινος ἢ σιδηροῦς, ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἀποθέτουν οἱ μουσικοὶ τὰ μουσικὰ κείμενα πολλαχ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA