γυψωτὴς

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γυψωτὴς

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

γυψωτὴς ὁ, Λεξ. Πρω. Δημητρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. γυψώνω.

Σημασιολογία

Ὁ ἐπιχρίων διὰ γύψου, ὁ ἐργαζόμενος τὸν γύψον ἔνθ᾿ ἀν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/