ἀνακούλουμα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνακούλουμα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀνακούλουμα τά, Ἰθάκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀνὰ καὶ τοῦ οὐσ. κούλουμα.
Σημασιολογία
Λαϊκὴ ἑορτὴ γινομένη τὴν Καθαρὰν Δευτέραν ἐν τῇ ἐξοχῇ. Συνών. κούλουμα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA