γυφτοφαμελιˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γυφτοφαμελιˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

γυφτοφαμελιˬὰ ἡ, πολλαχ. γυφτοφαμιλιˬὰ Ἤπ. γυφτουφαμιλιˬὰ Στερελλ. (Αἰτωλ. Ἀκαρναν. Περίστ. κ.ἀ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. γύφτος καὶ φαμελιˬά.

Σημασιολογία

1) Οἰκογένεια Ἀθιγγάνων ἢ γύφτων, σιδηρουργῶν πολλαχ. Ἦρθαν οἱ γυφτουφαμιλιˬὲς Στερελλ. (Περίστ.) 2) Μεταφ., οἰκογένεια κατωτάτης κοινωνικῆς στάθμης, οἰκογένεια ἀκαθάρτων καὶ ἀκαταστάτων ἢ ἀνηθίκων καὶ ἀπειθάρχων πολλαχ.: Τί γυφτοφαμελιˬὰ ποὺ εἶναι αὐτὴ ἡ φαμελιˬά! Πελοπν. (Χώρα Τριφυλ). Τέτο͜ια γυφτουφαμιλιˬὰ ποὺ εἶστι σεῖς, χαΐρι δὲ θὰ ιδῆτι Στερελλ. (Αἰτωλ.) Συνών. παλιοφαμελιˬά, σκατοφαμελιˬά.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/