ἀναπαυτικᾶτα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναπαυτικᾶτα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀναπαυτικᾶτα ἐπίρρ. Ζάκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. ἀναπαυτικός καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ᾶτα.
Σημασιολογία
Μὲ ἀνάπαυσιν, μὲ ἄνεσιν, ἀνέτως : Κάθομαι ἀναπαυτικᾶτα Συνών. ἀναπαυτικά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA