ἀναπεντάρικος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀναπεντάρικος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀναπεντάρικος ἐπίθ. ἀναπεdάρικος Κεφαλλ. ἀναπεdιˬάρικος Πελοπν. (Λακων. Μάν.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τῆς προθ. ἀνά, τοῦ ἀριθμτ. πέντε καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. –άρικος.

Σημασιολογία

Ὁ ἀποδίδων ἀντὶ πέντε δύο ἢ τρία Κεφαλλ.: Χτῆμα ἀναπεdάρικο (κτῆμα ἐκμισθούμενον εἰς καλλιεργητὴν ἐπὶ τῷ ὅρῳ νὰ λαμβάνῃ ἐκ τοῦ εἰσοδήματος ὁ μὲν κτήτωρ δύο μέρη, ὃ δὲ καλλιεργητὴς τρία, ἂν τοῦτο εἶναι ἄγονον, ἢ ἀντιστρόφως τρία καὶ δύο, ἂν τοῦτο εἶναι εὔφορον). Ἢ ὁ ἀποφέρων ἀντὶ τεσσάρων πέντε Πελοπν (Λακων. Μάν.): Δῶσ᾽ μου τέσσερες γαβάθες γέννημα καὶ ’ς τ’ ἁλώνιˬα θὰ σοῦ τὸ δώσω ἀναπειdιˬάρικο. Ἐδάνεισα τὸ σ᾿τάρι ἀναπεdιˬάρικο.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/