γυρουλιˬάρης

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

γυρουλιˬάρης

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

γυρουλιˬάρης ἐπίθ. ἐνιαχ. ᾿υρουλιˬάρης Νάξ. (Ἀπύρανθ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. γυρουλιˬὸ καὶ τῆς παραγωγ. καταλ. –ιˬάρης.

Σημασιολογία

Γυρουλᾶς 1, τὸ ὁπ. βλ., ἔνθ᾿ ἀν.: Πολὺ ᾿υρουλιˬάρα ᾿ν᾿ ἡ Καλή· ἕνα λεφτὸ δὲ gαθίζει μέσα ᾿ς τὸ σπίτι τζη ! Ἀπύρανθ. Εἶdα ᾿υρουλιˬάρικο bαιδί ᾿ν᾿ εὐτό! ὅλη μέρα ραίνεται, ἑφάα dο πιˬὸ οἱ ρύμνες! (ραίνεται= γυρίζει, ρύμνες= δρόμοι) αὐτόθ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/