γυροσιμώνω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γυροσιμώνω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
γυροσιμώνω Κρήτ. (Ἀποκόρ. κ.ἀ.)
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιρρ. γῦρο καὶ τοῦ ρ. σιμώνω.
Σημασιολογία
Πλησιάζω εἰς τὰ πέριξ σημείου τινός: Σὰ θὰ πλακώσῃ τοῦ κερατᾶ τὸ μιˬαρὸ (ἐνν. τὰ μυρμήγκια) ᾿ς τὸ σπίτι, θωρεῖς τὸ καλοκαίρι μελιˬούνιˬα νὰ μερμηδίζουνε, γυροσιμώνεις ᾿ς τή φωλιˬὰ καὶ λέεις τὴ γηθειά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA