Objects All centers

<< 10 10 >>

Total: 316214

off shore εταιρεία

Ενότητα: Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι
«Οι πέντε αυτές εταιρείες λειτουργούν υπό το καθεστώς υπεράκτιων (offshore) εταιρειών, με έδρα τη Λευκωσία»

off-peak

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Η περίοδος χαμηλής ζήτησης ενέργειας σε αντιδιαστολή με την περίοδο μέγιστης ζήτησης.

office

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

offre

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

ohm

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Μονάδα μέτρησης της ηλεκτρικής αντίστασης ενός υλικού ίση προς την αντίσταση ενός κυκλώματος στο οποίο η διαφορά δυναμικού ενός βολτ (V) παράγει ρεύμα ενός αμπέρ (A).

oiseau aquatique

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Ως “υδρόβια” πουλιά ορίσθηκαν εκείνα τα είδη που εξαρτώνται από ανοικτά ύδατα. Περιλαμβάνουν λιμναία είδη και αρκετά υδρόβια πουλιά και είδη γλάρων. Αγγλικός όρος : water bird

oligomer

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

oligopole

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Δεν υπάρχει περιγραφή

oléoprise

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Στόμιο ανεφοδιασμού του αεροσκάφους με καύσιμα στο δάπεδο αεροσταθμού.

oléoréseau

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Υπόγεια εγκατάσταση των αεροδρομίων για τον ανεφοδιασμό των αεροσκαφών με καύσιμα.

oléoserveur

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Προμηθευτής καυσίμων σε ένα αεροπλάνο.

ombre de radar

Ενότητα: Επιστημονική Ορολογία
Περιοχή του εδάφους η οποία δεν φωτίζεται από το εκπεμπόμενο κύμα του ραντάρ λόγω παρεμβολής εμποδίου στην πορεία της δέσμης και σε μέρος αυτής και λόγω απουσίας ατμοσφαιρικής διαχύσεως. (Τομέας : Ηλεκτρομαγνητική τηλεανίχνευση/Τεχνολογία των υπερσυχνοτήτων (συμπεριλαμβανομένων και των ραντάρ))
<< 10 10 >>