alcane halogéné
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
alcane halogéné
halogenated alkane
Ελληνική απόδοση όρου
αλογονοαλκάνιο
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Αλογοπαράγωγο ενός κεκορεσμένου, άκυκλου υδρογονάνθρακα.
Θεματική ενότητα
Όζον
Τόμος
7
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2000
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA