distributeur mécanique d' aérosol

Ενότητα:

Επιστημονική Ορολογία

Ξενόγλωσσος όρος

distributeur mécanique d' aérosol

mechanical sprayer

Ελληνική απόδοση όρου

μηχανικός ψεκαστής αερολύματος

Περιγραφική ερμηνεία όρου

Ψεκαστής που στηρίζεται σε μηχανικές αρχές στη θέση ενός μέσου προώθησης, για να διασκορπίζει το περιεχόμενο ενός συστήματος παραγωγής αερολυμάτων.

Θεματική ενότητα

Όζον

Τόμος

7

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

2000

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/