épithélium
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
épithélium
epithelium
Ελληνική απόδοση όρου
επιθήλιο
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Ιστός αποτελούμενος από κύτταρα τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο και διαταγμένα σε ένα ή περισσότερα στρώματα, τα οποία σχηματίζουν ένα “κάλυμμα” εξωτερικό ή εσωτερικό της επιδερμίδας.
Θεματική ενότητα
Όζον
Τόμος
7
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2000
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA