bus (electrical)
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
bus (electrical)
Ελληνική απόδοση όρου
δίαυλος
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Ηλεκτρικός αγωγός ο οποίος χρησιμεύει ως κοινή σύνδεση για δύο ή περισσότερα ηλεκτρικά κυκλώματα μπορεί να είναι υπό μορφή άκαμπτων ράβδων ή γυμνών αγωγών ή καλωδίων.
Θεματική ενότητα
Ενεργειακή Τεχνολογία
Τόμος
11
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2012
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA