interruptible load

Ενότητα:

Επιστημονική Ορολογία

Ξενόγλωσσος όρος

interruptible load

Ελληνική απόδοση όρου

διακοπτόμενο φορτίο

Περιγραφική ερμηνεία όρου

Ενεργειακό φορτίο, του οποίου η παροχή μπορεί να διακόπτεται ή το οποίο μπορεί να αποσυνδέεται σύμφωνα με ό,τι έχει οριστεί μεταξύ προμηθευτή και πελάτη.

Θεματική ενότητα

Ενεργειακή Τεχνολογία

Τόμος

11

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

2012

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/