solar time
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
solar time
Ελληνική απόδοση όρου
ηλιακή ώρα
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Περίοδος η οποία χαρακτηρίζεται από διαδοχικές διελεύσεις του ηλίου από τον μεσημβρινό της γης. Η ωριαία γωνία του ηλίου σε ένα σημείο παρατήρησης (φαινόμενη ώρα) μετατρέπεται σε πραγματική (ηλιακή) ώρα, εάν ληφθεί υπόψη η διακύμανση της τροχιάς της γης και η ταχύτητα περιστροφής. Η ηλιακή ώρα και η τοπική επίσημη ώρα είναι συνήθως διαφορετικές για κάθε συγκεκριμένο τόπο.
Θεματική ενότητα
Ενεργειακή Τεχνολογία
Τόμος
11
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
2012
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA