μακροθρεπτικός, -ή, -ό

Ενότητα:

Νεολογισμοί: ελληνογενείς και ξενόγλωσσοι

Νεολογισμός

μακροθρεπτικός, -ή, -ό

Μέρος του Λόγου

Επίθετο

Θεματική Ενότητα

Νεολογισμοί Γενικού Λεξιλογίου

Παράθεμα χρήσης

«Στις ΗΠΑ, τα άτομα που καταναλώνουν πρωινό εμφανίζουν συνολικά υψηλότερη ποιότητα στη διατροφή τους, ενώ η πρόσληψη μικροθρεπτικών και μακροθρεπτικών συστατικών, καθώς και φυτικών ινών σε αυτά τα άτομα προσεγγίζει τις νεότερες διαιτητικές συστάσεις»

Παραπομπή

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, 9-10-07, σελ. 6.50

Τόμος

9-10

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

2009

Περισσότερα...

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/