criticité

Ενότητα:

Επιστημονική Ορολογία

Ξενόγλωσσος όρος

criticité

criticality

Ελληνική απόδοση όρου

κρισιμότητα

Περιγραφική ερμηνεία όρου

Κατάσταση περιβάλλοντος ή συστήματος που κατέστη κρίσιμη, δηλαδή όταν εντός αυτού αναπτύσσεται και διατηρείται μια αλυσιδωτή πυρηνική αντίδραση.

Θεματική ενότητα

Πυρηνική τεχνολογία

Παρατηρήσεις-Σχόλια

Σημείωση : Όρος που καταργείται : criticalité

Τόμος

6

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

1997

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/