autoprotection (dans une matière)

Ενότητα:

Επιστημονική Ορολογία

Ξενόγλωσσος όρος

autoprotection (dans une matière)

self-shielding

Ελληνική απόδοση όρου

αυτοπροστασία

Περιγραφική ερμηνεία όρου

Προστασία κατά των ακτινοβολιών που δέχονται οι εσωτερικές περιοχές μιας μάζας απορροφητικής ύλης, ύστερα από την απορρόφηση στις εξωτερικές περιοχές.

Θεματική ενότητα

Πυρηνική τεχνολογία

Τόμος

6

Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ

1997

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/