ralentissement
Ενότητα:
Επιστημονική Ορολογία
Ξενόγλωσσος όρος
ralentissement
slowing-down
Ελληνική απόδοση όρου
επιβράδυνση
Περιγραφική ερμηνεία όρου
Μείωση της ενέργειας των νετρονίων λόγω ελαστικών συγκρούσεων με μια κατάλληλη ουσία (που περιέχει ελαφρά άτομα).
Θεματική ενότητα
Πυρηνική τεχνολογία
Τόμος
6
Χρονολογία έκδοσης τόμου ΔΕΟΝ
1997
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA