Η παιδεία στις ελληνικές περιοχές υπό βενετική κυριαρχία: λόγιοι-κληρικοί, εκπαιδευτικά κέντρα.

Επιμέλεια: Ελένη Τσουραπά

Η περίοδος της βενετικής παρουσίας στις ελληνικές περιοχές έχει ως αφετηρία την τέταρτη Σταυροφορία (1204) και ολοκληρώνεται με την κατάλυση της «Γαληνοτάτης Δημοκρατίας του Αγίου Μάρκου» στα 1797. Η ένταξη και η παραμονή των ελληνικών περιοχών στη βενετική επικράτεια δεν υπήρξε χρονικά ενιαία, στοιχείο που λειτούργησε καθοριστικά στη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού συστήματος και ευρύτερα της ταυτότητας του πνευματικού βίου κάθε περιοχής του ελληνοβενετικού χώρου, που στο σύνολό του υπήρξε σημείο συνάντησης της ισχυρής βυζαντινής παράδοσης και του δυτικού πολιτισμού για μια μακρά περίοδο σχεδόν έξι αιώνων.

Η Κρήτη αποτέλεσε το πρώτο και πιθανότατα το πιο γόνιμο πεδίο επικοινωνίας του βυζαντινού με τον δυτικό πολιτισμό. Η βυζαντινή παράδοση επέδρασε καθοριστικά στην εκπαίδευση, στοιχείο που ενίσχυε η συνεχής έλευση λογίων, συνήθως ιερωμένων, προσφύγων από την Κωνσταντινούπολη. Σημειώνεται ότι το βενετικό κράτος απουσίαζε ως φορέας εκπαίδευσης από τις βενετικές κτήσεις. Το ρόλο αυτό ανέλαβαν καθόλη τη βενετική περίοδο η Εκκλησία, Καθολική και Ορθόδοξη, και η ιδιωτική πρωτοβουλία. Υπό τους όρους αυτούς το έργο της βασικής εκπαίδευσης τόσο των Ελληνορθόδοξων όσο και των Καθολικών των αστικών κέντρων του νησιού αναλάμβαναν ιδιώτες οικοδιδάσκαλοι ελληνικής ή ιταλικής καταγωγής. Αυτοί έφεραν παράλληλα την ιδιότητα του ιερέα λογίου ή του υπαλλήλου της βενετικής διοίκησης, όπως οι νοτάριοι και οι στρατιώτες. Άλλοι εργάζονταν ως κωδικογράφοι στα πολυάριθμα εργαστήρια των αστικών κέντρων της Κρήτης, τα οποία από το 15ο έως το 17ο αιώνα επέδειξαν εντυπωσιακή παραγωγή, συμβάλλοντας καθοριστικά στη διάσωση της αρχαίας ελληνικής γραμματείας, και ανέδειξαν σπουδαίους κωδικογράφους, όπως ο Ιωάννης Πλουσιαδηνός. Τα έξοδα της βασικής εκπαίδευσης, της εκμάθησης της λατινικής, της ιταλικής και της ελληνικής γλώσσας καλύπτονταν εξολοκλήρου από τους γονείς, σύμφωνα με τις συμβάσεις μαθητείας που σύναπταν με τους δασκάλους. Παράλληλα, λειτουργούσαν δωρεάν τόσο στις καθολικές μονές του αστικού χώρου όσο και στα ορθόδοξα μοναστήρια των αστικών κέντρων και της υπαίθρου διδακτήρια, στα οποία κληρικοί δίδασκαν μικρό αριθμό αρρένων μαθητών. Ενδεικτικά αναφέρονται κρητικοί λόγιοι και ιερωμένοι, όπως οι πατριάρχες Μελέτιος Πηγάς και Κύριλλος Λούκαρις, που δίδαξαν στη σχολή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά στο Χάνδακα και κατέλαβαν ανώτερα αξιώματα της Ορθοδοξίας. Στο πλαίσιο των εκπαιδευτικών αυτών διεργασιών στοιχειώδης εκπαίδευση παρεχόταν από μορφωμένες μοναχές των γυναικείων καθολικών μονών των αστικών κέντρων του νησιού και στα κορίτσια των ανωτέρων, κυρίως, στρωμάτων της κρητικής κοινωνίας.

Σημαντικό σταθμό στην εκπαιδευτική δραστηριότητα των ελληνικών περιοχών κατά τη βενετική περίοδο αποτελεί η πρωτοβουλία του έλληνα λογίου της Αναγέννησης καρδιναλίου Βησσαρίωνα να ιδρύσει στο Χάνδακα ελληνικό σχολείο υπό τον έλεγχο των φιλενωτικών. Πρώτος διδάσκαλος του σχολείου ήταν ο λόγιος από την Κωνσταντινούπολη Μιχαήλ Αποστόλης (1420-1480), ενώ στα μετέπειτα χρόνια της λειτουργίας του (16ος αι.) με τη χρηματοδότηση του κληροδοτήματος του Βησσαρίωνα, δίδαξαν σε αυτό σημαντικοί λόγιοι, όπως ο πρωτοπαπάς Χάνδακα Ιωάννης Ναθαναήλ. Η επιλογή φοίτησης στο σχολείο αυτό καταδεικνύει ότι το κλίμα των θρησκευτικών εντάσεων των πρώτων αιώνων είχε αμβλυνθεί και η ανάγκη μόρφωσης υπερέβαινε τις δογματικές διαφορές, παρά το γεγονός ότι το κληροδότημα αποτελούσε εργαλείο εφαρμογής μιας προσηλυτιστικής στον Καθολικισμό πολιτικής. Τους ίδιους στόχους εξυπηρετούσε και η λειτουργία εκκλησιαστικής σχολής στο πλαίσιο της Λατινικής Αρχιεπισκοπής Κρήτης στον Χάνδακα.

Η εκπαιδευτική δραστηριότητα στην βενετοκρατούμενη Κύπρο (1489-1571) δεν έχει να επιδείξει σημαντικά επιτεύγματα. Η ίδρυση ελληνικής σχολής στη Λευκωσία από τον Ιάκωβο Διασσωρινό στα 1564, με στόχο τη διαμόρφωση αντιβενετικής ιδεολογίας, καθώς και η επαναστατική κίνηση που την ακολούθησε, δεν στέφθηκαν με επιτυχία.

Αντίθετα, τα νησιά του Ιονίου αναδεικνύονται σε εκπαιδευτικά κέντρα υψηλής στάθμης, ειδικότερα μετά την έλευση των κρητικών προσφύγων. Όπως και στην Κρήτη, το βάρος της βασικής εκπαίδευσης έφεραν ιδιώτες διδάσκαλοι, ενώ στην Κέρκυρα (1386-1797) και στη Ζάκυνθο (1484-1797) προβλεπόταν ο διορισμός δημοσίων δασκάλων της ελληνικής και της ιταλικής γλώσσας. Επιπλέον, λατίνοι κληρικοί και μοναχοί ίδρυσαν σχολεία για την εκπαίδευση των τέκνων των καθολικών στην Κέρκυρα. Παράλληλα, λειτούργησαν υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπως η ιερατική σχολή των Δυτικών για τη μόρφωση των καθολικών ιερωμένων (1568-1780). Το πιο γνωστό ήταν, ωστόσο, το «Κοινόν Φροντιστήριον» του Νικηφόρου Θεοτόκη (1758-1761).

Η ένταξη των ελληνικών περιοχών στη βενετική επικράτεια επέτρεψε την ανάπτυξη δικτύων επικοινωνίας μεταξύ αυτών και των ιταλικών αστικών κέντρων. Στο πλαίσιο αυτό δινόταν η δυνατότητα στους νέους να φοιτήσουν σε εκπαιδευτικά ιδρύματα των ιταλικών πόλεων και της Ευρώπης. Έτσι, στις αρχές του 16ου αιώνα ιδρύθηκε στη Ρώμη από τον πάπα Λέοντα Ι΄ το Ελληνικό Γυμνάσιο με την προτροπή του Ιανού Λάσκαρη, που ανέλαβε και τη διεύθυνσή του. Το έργο του Γυμνασίου συνέχισε στα 1576 το Ελληνικό Κολλέγιο του Αγίου Αθανασίου, που ιδρύθηκε στην ίδια πόλη για προπαγανδιστικούς λόγους από τον πάπα Γρηγόριο ΙΓ΄.

Αντίστοιχα ελληνικά κολλέγια λειτούργησαν στην Πάδοβα με κληροδοτήματα Ελλήνων, όπως το κολλέγιο Παλαιόκαπα από τα 1632, το Κωττουνιανό, που ιδρύθηκε στα 1653 από τον έλληνα καθηγητή φιλοσοφίας του πανεπιστημίου της Πάδοβας Ιωάννη Κωττούνιο, και στη Βενετία στα 1665 το Φλαγγινιανό Φροντιστήριο, με κληροδότημα του Θωμά Φλαγγίνη. Σε αυτά φοιτούσαν νέοι από τις ελληνικές περιοχές, οι οποίοι μετά το πέρας των σπουδών τους είτε ασπάζονταν το καθολικό δόγμα και σταδιοδρομούσαν στην Καθολική Εκκλησία είτε παρέμεναν πιστοί στην Ορθοδοξία και προσέφεραν τις υπηρεσίες τους ως διδάσκαλοι και στελέχη της ιεροσύνης στους τόπους καταγωγής τους ή σε άλλα εκπαιδευτικά κέντρα του παραδοσιακού ελλαδικού χώρου και του παροικιακού ελληνισμού. Οι νέοι αυτοί συγκροτούσαν του καλύτερους πρεσβευτές του δυτικού πνεύματος μεταφέροντας στις ελληνικές περιοχές θεσμούς, όπως οι Ακαδημίες, που έδωσαν ώθηση στην πνευματική ανάπτυξη των αστικών κέντρων της ελληνοβενετικής Ανατολής, μετατρέποντάς τα σε κέντρα συνάντησης διανοουμένων, συγγραφικής και καλλιτεχνικής παραγωγής.

Τα ιταλικά πανεπιστήμια, τέλος, κυρίως από το 16ο έως το 18ο αιώνα, προσέλκυαν τους νέους των ελληνικών περιοχών που επιθυμούσαν να ακολουθήσουν ανώτερες σπουδές, με κυριότερο πόλο έλξης το Πανεπιστήμιο της Πάδοβας, που ήταν υπό την εποπτεία της Βενετίας. Το πανεπιστήμιο είχε δυο σχολές, των Ιατροφιλοσόφων και της Νομικής, και έδινε τη δυνατότητα στους σπουδαστές του να έρθουν σε επαφή με το ευρωπαϊκό επιστημονικό περιβάλλον και τον κοσμοπολιτισμό. Η επιστημονική παρουσία και η συγγραφική παραγωγή των αποφοίτων που κατάγονταν από τις ελληνικές περιοχές, κυρίως από την Κρήτη και από τα Ιόνια Νησιά, αποδείκνυε το υψηλό μορφωτικό επίπεδο των σπουδαστών, από τους οποίους προήλθαν σημαντικοί λόγιοι που έδρασαν στις περιοχές του βενετοκρατούμενου ελληνισμού, όπως ο Φραγκίσκος Barozzi, ιδρυτής της Ακαδημίας των Vivi (=Ζωντανών) στο Ρέθυμνο (1562). Με την παράλληλη ανάπτυξη της τυπογραφίας και την ίδρυση και ελληνικών τυπογραφείων στα κέντρα της ελληνικής Διασποράς (Βενετία (15ος-18ος αι.), Βιέννη (18ος αι.), δόθηκε τεράστια ώθηση στην εκδοτική παραγωγή, ιδρύθηκαν βιβλιοθήκες, γεγονός που συνέβαλε καθοριστικά στη διάδοση την νέας ευρωπαϊκής σκέψης και στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης στις βενετοκρατούμενες ελληνικές περιοχές.

Ελληνόγλωσση βιβλιογραφία
Αγγέλου Α., «Η εκπαίδευση», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 11, Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1669-1821), Τουρκοκρατία-Λατινοκρατία, Αθήνα 1975, 306-328.
Βακαλόπουλος Α.-Ζώρας Γ.-Αγγέλου Α.-Πατρινέλης Χ., «Πνευματικός βίος και παιδεία», Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τ. 10, Ο Ελληνισμός υπό ξένη κυριαρχία (περίοδος 1453-1669). Τουρκοκρατία Λατινοκρατία, Αθήνα 1974, 357-381.
Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου Ε., «Η επτανησιακή παιδεία στα χρόνια της ξενοκρατίας», Κερκυραϊκά Χρονικά 15 (1970), 101-121.
Γιωτοπούλου-Σισιλιάνου Ε., Αντώνιος ο Έπαρχος. Ένας Κερκυραίος Ουμανιστής του ιστ΄ αιώνα, Αθήνα 1978.
Δετοράκης Θ., «Διδασκαλικές και βιβλιογραφικές συμβάσεις στην βενετοκρατούμενη Κρήτη», Κρητολογία 10-11 (1980), 231-256.
Ζαρίδη Κ., «Πληροφορίες για τη στοιχειώδη εκπαίδευση στην Κέρκυρα τον 16ο αιώνα», Εώα και Εσπέρια 2 (1994-1996), 110-134.
Ζαρίδη Κ., Ο Μέγα Πρωτοπαπάς Αλέξιος Ραρτούρος. Λόγιος του 16ου αι. (1504-1574), Κέρκυρα 1995.
Καραθανάσης Αθ. Ε., Η Φλαγγίνειος σχολή της Βενετίας, Θεσσαλονίκη 1986.
Λυδάκη Ειρ., «Νέες αρχειακές μαρτυρίες για την ύπαρξη ιδιωτικών βιβλιοθηκών στον Χάνδακα το 17ο αιώνα», επιμ. Στ. Κακλαμάνης-Αθ. Μαρκόπουλος-Γ. Μαυρομάτης, Ενθύμησις Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη, Ηράκλειο: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης 2000, 421-445.
Μαρκάκη Τ., «Παιδεία», Όψεις της Ιστορίας του βενετοκρατούμενου Ελληνισμού. Αρχειακά τεκμήρια (επιστ. διευθ. Χρ. Μαλτέζου), Αθήνα: Ίδρυμα Ελληνικού Πολιτισμού 1993, 375-380.
Μαρκομιχελάκη Τ., «Η παιδεία στη βενετοκρατούμενη Κρήτη (Το πρόσωπο του δασκάλου μέσα από τα λογοτεχνικά κείμενα της εποχής)», Παλίμψηστον 3/3 (1986), 109-115.
Παναγιωτάκης Ν. Γ., «Η παιδεία κατά τη βενετοκρατία», Κρήτη: Ιστορία και Πολιτισμός, τ. 2, Κρήτη: Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη 1988, 163-195
Παπαδάκη Ειρ., «Η παιδεία», Βενετοκρατούμενη Ελλάδα. Προσεγγίζοντας την ιστορία της, επιστ. διευθ. Χρύσα Μαλτέζου, επιμ. Δ. Βλάσση-Αγγ. Τζαβάρα, τ. 1, Αθήνα-Βενετία 2010, 637-650.
Παπαδία-Λάλα Αν., Ο θεσμός των αστικών κοινοτήτων στον ελληνικό χώρο κατά την περίοδο της Βενετοκρατίας (13ος-18ος αι.). Μια συνθετική προσέγγιση, Βενετία: Ελληνικό Ινστιτούτο Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Σπουδών Βενετίας, 2004.
Παπαδόπουλλος Θ., «Επίμετρο-Ιάκωβος Διασσωρινός», επιμ. Θ. Παπαδόπουλλου, Ιστορία της Κύπρου τ. 4, Μεσαιωνικό Βασίλειον. Ενετοκρατία,Λευκωσία 1995.
Παπαδοπούλου Θ., «Κρήται μαθηταί του Κολλεγίου Αγίου Αθανασίου, Κρητικά Χρονικά 22 (1970), 236-243.
Παπαδοπούλου Θ., «Επτανήσιοι μαθηταί του εν Ρώμη Ελληνικού Κολλεγίου του Αγίου Αθανασίου, Παρνασσός 11 (1970), 621-629.
Πεντόγαλος Γ., «Κεφαλληνιακά έγγραφα παροχής στοιχειώδους εκπαίδευσης επί βενετοκρατίας», Παρνασσός 14 (1972), 285-297.
Πλουμίδης Γ., Το βενετικόν τυπογραφείον του Δημητρίου και Πάνου Θεοδοσίου (1755-1824), Αθήναι 1969.
Πλουμίδης Γ., «Αι πράξεις εγγραφής των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Παδούης, Μέρος Α΄, Artisti, 1634-1782», Eπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 37 (1969-1970), Θησαυρίσματα 8 (1971), 188-204, Eπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 38 (1971), 196-206.
Πλουμίδης Γ., «Αι πράξεις εγγραφής των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Παδούης, Μέρος Β΄, Legisti 1591-1809», Eπετηρίς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών 38 (1971), 84-195.
Πλουμίδης Γ., «Σχολεία στην Ελλάδα συντηρούμενα από κληροδοτήματα Ελλήνων της Βενετίας (1603-1797), Θησαυρίσματα 9 (1972), 236-249.
Στεργέλλης Αρ. Π., Τα δημοσιεύματα των Ελλήνων σπουδαστών του Πανεπιστημίου της Πάδοβας τον 17ο και 18ο αι., Αθήνα 1970.
Τζιβάρα Παν., «Σχολεία και δάσκαλοι στη Ζάκυνθο στα χρόνια του λατίνου επισκόπου Francesco Gozadino (1654-1673), Παρνασσός 60 (1998), 252-283.
Τζιβάρα Παν., Σχολεία και δάσκαλοι στη βενετοκρατούμενη Κέρκυρα (16ος-18ος αι.), Αθήνα 2003.
Τζιβάρα Παν., Από την εγγραμματοσύνη στη λογιοσύνη. Θέματα παιδείας των βενετών υπηκόων στον ελληνικό χώρο, Αθήνα: εκδόσεις Ενάλιος 2012.
Τσιρπανλής Ζ. Ν., Το Ελληνικό Κολλέγιο της Ρώμης και οι μαθητές του (1576-1700). Συμβολή στη μελέτη της μορφωτικής πολιτικής του Βατικανού, Θεσσαλονίκη 1980.
Τσιρπανλής Ζ., Το κληροδότημα του καρδιναλίου Βησσαρίωνος για τους φιλενωτικούς της βενετοκρατούμενης Κρήτης (1439-17ος αι.), Θεσσαλονίκη 1967.

Ξενόγλωσση βιβλιογραφία
Del Negro P., “I Professori greci dell’ Università di Padova nella cronaca di Giuseppe Gennari”, Ch. Maltezou-Ang. Tzavara-D.Vlassi (a cura di), I Greci durante la venetocrazia: Uomini, spazio, idee (XIII-XVIII sec.), Αtti del Convegno Internazionale di Studi, (Venezia, 3-7 dicembre 2007), Venezia: Istituto Ellenico di Studi Bizantini e Postbizantini di Venezia 2009, 277-289.99-107.
Kyrris K., “Cypriote scholars in Venice in the XVI and XVII centuries with some notes on the Cypriote Community and other Cypriote Scholars who lived in Rome and the rest of Italy in the same period”, Ο Ελληνισμός εις το εξωτερικόν, AkademieVerlag-Berlin 1968, 183-272.
Ploumidis G., “Gli scolari oltramarini a Padova nei secoli XVI e XVIII, RESEE 10 (1972), 257-280.
Tsourapà E., «Living outside the margins: Catholic Nuns Refugees from Crete to Venice (1645-1716)», Modern Greek Studies Yearbook 26/27 (2010-2011), 251-270.