ἀγωρίτσα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀγωρίτσα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀγωρίτσα ἡ, Πελοπν. (Ἀρκαδ. Καλάβρυτ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀγώρι καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. –ίτσα.

Σημασιολογία

Κόρη, νεᾶνις ἔνθ’ ἀν. Συνών. ἀγώρα 1, ἀγώρω 2. Ἡ λ. καὶ ὡς κύριον ὄν. Θεσσ. (Καρδίτσ.) Θρᾴκ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/