ἀετοφωλεˬὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀετοφωλεˬὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Θηλυκό

Τυπολογία

ἀετοφωλεˬὰ ἡ, κοιν. ἀεˬτουφουλεˬὰ Β.Εὔβ. Στερελλ. (Αἰτωλ.) ἀεˬτοχωλεˬὰ Ρόδ. ἀτοφωλεˬὰ Εὔβ. (Κονίστρ.) ἀεˬτοφωλέα Εὔβ. (Κύμ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀετὸς καὶ φωλεˬὰ.

Σημασιολογία

Φωλεὰ ἀετοῦ ἔνθ᾽ ἀν.: ᾎσμ. Καὶ πάνω ᾿ς τοὺς χλωροὺς βλαστοὺς ἀεˬτὸς χωλεˬὰν ἐφτε͜ιάνει καὶ πάνω ᾿ς τὴν ἀεˬτοχωλεˬὰν χαρτὶν εἶχε ᾿πλωμένο. Ρόδ. Συνών. ἀετονοσσιˬά. Ἡ λ. καὶ ὡς τοπων. πολλαχ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/