ἀζόφιˬος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀζόφιˬος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀζόφιˬος ἐπίθ. Χίος

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιθ. *ἄζεφος < ζέφω, δι᾿ ὃ ἰδ. ζεύγω.

Σημασιολογία

Ὁ μὴ ζευχθεὶς ἢ ὁ μὴ ζευγνύμενος, ἐπὶ ἀροτριώντων ζῴων. Συνών. ἄζευτος 1, ἀζύγωτος 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/