ἀηˬδονολάλημα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀηˬδονολάλημα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀηˬδονολάλημα τό, Ἤπ. - ΚΠασαγιάνν. Μοσκ. 5

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ρ. ἀηˬδονολαλῶ.

Σημασιολογία

1) Τὸ ἡδύμολπον ὡς ἀηδόνος ᾆσμα ΚΠασαγιάνν. ἔνθ’ ἀν.: Τό παλληκάρι θὰ ψάλλῃ, ἡ φωνή του θά ’ναι ἀηˬδονολάλημα οὐράνιο. 2) Κατὰ πληθ., φλυαρίαι Ἤπ.: Τί ἀηˬδονολαλήματα εἶναι αὐτὰ ποῦ λὲς !

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/