ἀκκουμπῶ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀκκουμπῶ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀκκουμπῶ κοιν. καὶ Πόντ. (Κερασ.) ἀκκουbῶ πολλαχ. ἀκκουμποῦ Λυκ. (Λιβύσσ.) ἀgουμπῶ Σῦρ. ἀκκουμπάω Ζάκ. Πελοπν. (Γορτυν. Λάστ.) κ.ἀ ἀκκουbάω Κεφαλλ. ἀκκουμπίζω Ἰκαρ. Καππ. (Σινασσ.) Πόντ. (Κερασ. Οἰν. Κοτύωρ. Σάντ. Ὄφ. Τραπ. Χαλδ.) ἀκκουbίζω Κρήτ. ἀκκουμπίτζω ᾿Απουλ. (Τσολλῖν.) ᾽κουμπῶ ᾿Απουλ. (Καλημ.) Κύπρ. ᾽κουbάω Κεφαλλ. ᾽κουμπάου Εὔβ. (Αὐλωνάρ. Κονίστρ. κ.ἀ.) ᾽κομπάω Εὔβ. (Κονίστρ. Ὀξύλιθ.) ᾿κουμπίζω Πόντ. (᾽Αμισ. Ὄφ.) Προπ. (᾿Αρτάκ.) κ.ἀ. ᾽κουbίζω Θρᾴκ. (Σαρεκκλ.) Κρήτ. ᾽κουμπίτζω ᾿Απουλ. (Καλημ.) ἀκκ’μπάου Στερελλ. (Αἰτωλ.) ἀκκ’bῶ Κυδων. Λέσβ. ἀg’bῶ Σάμ. ᾿κ’bῶ Πάρ. (Λεῦκ.) ᾿ουγκίχου Τσακων.

Ετυμολογία

᾽Εκ τοῦ μεσν. ἀκκουμβίζω, παρ᾿ ὃ καὶ ἀκκουμβῶ. ’Ιδ. ΓΧατζιδ. ΜΝΕ 1,304.

Σημασιολογία

Α) ᾿Αμτβ. 1) Κλίνω που καὶ οὕτω στηρίζομαι κοιν. καὶ ᾽Απουλ. (Καλημ. Τσολλῖν. κ.ὰ.) Καλαβρ. Καππ. (Σινασσ.) Πόντ. (᾿Αμισ. Κερασ. Κοτύωρ. Οἰν. Ὄφ. Σάντ. Τραπ. Χαλδ.) Τσακων.: ᾿Ακκούμπισε ἀπάνω μου κοιν. Κούμπισε ν᾽ ἀποκουραστῇς Μῆλ. Ἀκκούμπα νιˬὰ ψ’χούλλ’ ἀπάνου μ᾿ νὰ ξαπουστάῃς Αἰτωλ. Ἀκκ’μπῶντα ’ς τοὺ μπαστουνάκι μ᾽ θανά ᾿ρθου αὐτόθ. ᾽Εκκούμπιξεν ᾽ς σὴν ράβδαν ἀτ’ Τραπ. ᾽Ακκουμπίζω ἀπάν’ ς σὸ μαξιλλάρ’ αὐτόθ. || ᾌσμ. Καὶ ’ς τὸ ραβδί τ᾽ ἀκκούμπισε νὰ ’πῇ τ᾽ ἀλφαβητάρι Πελοπν. (Βυτίν.) Κιˬ ὁ πουλλολόος ’ς τὴν ὀξυˬὰν στέκετ’ ἀκκουμπισμένος Κάρπ. Καὶ σὰν ᾿κουμπίσω ᾿ς τὸ δεντρὶ μαραίνονται τὰ φύλλα Πατμ. Σέ παραθύρ’ ὁλόχρυσο μιὰ κόρη ᾽κουμπημένη Κύπρ. 2) Κατακλίνομαι πρὸς ὕπνον ἢ ἀνάπαυσιν, Ἄνδρ. Κεφαλλ. Κρήτ. Μῆλ. Νάξ. (᾽Απύρανθ.) Στερελλ. (Αἰτωλ.) κ.ἀ.: ᾽Ακκούμπα νιˬὰ ψ’χούλλα νὰ τοὺν πάρ’ς (ἐνν. τὸν ὕπνον, ἤτοι νὰ κοιμηθῇς ὀλίγον) Αἰτωλ. Ν᾽ ἀρρωστήσω καὶ ν᾿ ἀκκουbίσω, θὰ σᾶσε φάν οἱ ψύλλοι (ἂν ἀρρωστήσω καὶ πέσω εἰς τὴν κλίνην κτλ.) ᾿Απύρανθ. ᾿Ακκούμπισε αὐτουδὰ ἴσαμε ποῦ νὰ ποτίσω Ἄνδρ. Οἱ ἄλλοι μείνετε ’ς τὰ κρεββάτιˬα, ἐγὼ θ᾿ ἀκκουbίσω ᾿ς τὸ gαναπὲ Κεφαλλ. || ᾎσμ. Κ᾿ εἶχαν τὸ πάπλωμ’ ἀνοιχτὸ κ᾿ ἦσαν καὶ ’κουbισμένοι Κρήτ. Συνών. ξαπλώνομαι (ἰδ. ξαπλώνω), πλαγιˬάζω. β) Κοιμοῦμαι Στερελλ. (Αἰτωλ.): Πέσι ν᾽ ἀκκ’μπίῃς νιˬὰ ψ’χούλλα. ᾽Ακκούμπ᾿σα λιγά’. γ) Χάριν μετριωτέρας ἐκφράσεως, ἀποθνήσκω Σίφν.: Ὁ γέρως ἠκκούμπισε. Τὸ μουλάρι μας ἠκκούμπισε. δ) Κάθημαι Ἰκαρ. Κυδων.: ᾽Ακκούμπ᾽σι κουμμάτ’ νὰ ξικουραστῇς Κυδων. Ὁρίσετε, ᾽κουμπίσετε (λέγεται πρὸς τὸν εἰσερχόμενον εἰς τὴν οἰκίαν. Συνών. φρ. κοπιˬάστε, καθίστε) Ἰκαρ. 3) ᾿Εφάπτομαι, ἐγγίζω κοιν.: ’Ακκουμπάει τὸ κεφάλι του ᾽ς τὸ ταβάνι. Ποῦ ἀκκούμπισες καὶ λερώθηκες; κοιν. || ᾎσμ. ’Σ τὰ χείλη της τὸ ᾿κούμπιτσε τσαὶ ’ς τὴν καρδιˬά της φτάνει, νερό, τὶ κάη τ᾿ ἀχείλη μου, νερό, τὶ κάη ἡ ψυχή μου Εὔβ. (Κονίστρ.) Ἡ σημ. καὶ ἐν ἐγγράφῳ ᾿Αθηνῶν τοῦ 1793 «ἀκκουμπᾷ εἰς τὸ σύνορον τοῦ Λογοθέτη». 4) Μεταφ. στηρίζομαι εἰς τὴν προστασίαν τινός, ἔχω ὡς καταφύγιον κοιν.: Χήρα ἡ καηˬμένη, δὲν ἔχει πουθενὰ ν᾽ ἀκουμπίσῃ κοιν. Θὰ σὶ κάμου συγγινῆ γιˬὰ ν’ ἀκκ’μπάου κ᾽ ἰγὼ κἄπουτι (νὰ εὑρίσκω προστασίαν) Αἰτωλ. || Φρ. ᾿Ακκουμπῶ τοὶς πλάτες μου (εὑρίσκω προστασίαν, καταφύγιον) κοιν. Β) Μετβ. 1) Στηρίζω τι ἐπ᾽ ἄλλου κοιν. καὶ ᾿Απουλ. (Καλημ.) Πόντ. (Τραπ. Χαλδ. κ.ἀ.): ᾿Ακκούμπισε τὴ σκάλα ᾿ς τὸν τοῖχο. Τοῦ ἀκκούμπισε τὸ πιστόλι ᾽ς τὸ κεφάλι κοιν. ᾽Ακκούμπ’σον τὸ δαβρί σ᾿ ’ς σὸ στουλάρ᾿ Χαλδ. Τὴ τιˬοφαλή ποῦ ᾽κουμπῶ ἄνω ᾿ς τὸ κοίνι φσὲ βελλοῦτο (τὴν κεφαλὴν ποῦ ἀκκουμπῶ ἐπάνω εἰς τὸ βελλούδινον προσκεφάλαιον) Καλημ. 2) Βάλλω τινὰ νὰ καθίσῃ Τῆλ.: ᾎσμ. Σύρνει θρονὶ ᾿κουμπίζει τους, ποτήριν καὶ κερνᾷ τους. 3) Καταθέτω τι ἔν τινι τόπῳ, ἀποθέτω, τοποθετῶ κοιν. καὶ Πόντ. (Κερασ.): Μὴν τὸ βαστᾷς ᾿ς τὰ χέριˬα σου, ἀκκούμπισέ το, κἄπου. Κἄπου ἀκκούμπισα τὸ κλειδί, μὰ δὲν τὸ θυμοῦμαι κοιν. || Παροιμ. Εὔκαιρος κιˬ ἀκκουμπεμένος (ἐπὶ ἀνθρώπου ἀπράκτου ἐπανελθόντος. Ἡ μεταφ. ἀπὸ τῶν ἀγγείων, τὰ ὁποῖα κενὰ ὄντα ἀποτίθενται κατὰ χώραν) Κερασ. β) Καταθέτω ἐπὶ κέρδει, δανείζω χρήματα πολλαχ.: Δὲν ξέρω ποῦ ν᾽ ἀκκουbίσω τὰ χρήματά μου. Τ᾽ ἀκκούμπισα ᾽ς τὸ ρῆγα-᾿ς τὸ φάντη κττ. (ἐπὶ χαρτοπαικτῶν) πολλαχ. γ) ᾽Αποθέτω τὸ φορτίον μου Νάξ.: ᾽Ακκούμπισε νὰ ξεκουραστῇς.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/