ἀλήθιˬος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλήθιˬος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀλήθιˬος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀλήθöς Πόντ. (Τραπ.) ἀλήθιˬο Καλαβρ. (Μπόβ.)ἀλήσιˬο Ἀπουλ.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀληθής. Διὰ τὸν σχηματισμὸν πβ. χλομὸς – χλόμιˬος κττ.
Σημασιολογία
1) Ἀληθὴς ἔνθ᾿ ἀν. : Ἀλήθöν ἔν᾿ ἀτὸ ὁ λόγος ; (ἀληθὴς εἶναι αὐτὸς ὁ λόγος ;) Τραπ. Συνών. ἀληθιˬανός, ἀληθινὸς 1. 2) Ὁ λέγων τὴν ἀλήθειαν, φιλαλήθης Πόντ. (Τραπ.) : Ἀλήθöς εἶμαι, ψεύτες ᾿κ᾿ εἶμαι (ψεύστης δὲν εἶμαι) . Συνών. ἀλήθης. 3) Πραγματικὸς Πόντ. (Τραπ.) : Ἀλήθöς ἄνθρωπος (ἀληθινὸς ἄνθρωπος, οὐχὶ ψευδής. Ἐπὶ εἰκόνος παριστανούσης ἄνθρωπον φαινόμενον ὡς ζῶντα) . Ἀντίθ. ψεύτικος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA