ἀλλομεγαλύτερος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀλλομεγαλύτερος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
ἀλλομεγαλύτερος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀλλουμιγαλύτιρους Στερελλ. (Λεπεν.)
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς ἀορίστου ἀντων. ἄλλος καὶ τοῦ συγκριτικοῦ ἐπιθ. μεγαλύτερος. Διὰ τὴν σύνθεσιν πβ. καὶ ἀλλοκαλύτερος, ἀλλομικρότερος, ἀλλοχειρότερος.
Σημασιολογία
Πλέον μεγαλύτερος: Ἔκουψι τοὺ ἀλλουμιγαλύτιρου δέdρου. Εἶνι τοὺ ἀλλουμιγαλύτιρου σπίτ᾿ Ἀντίθ. ἀλλομικρότερος.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA