ἀλυχτόψυχος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀλυχτόψυχος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀλυχτόψυχος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀ΄χτόψ΄χους Ἤπ. (Ζαγόρ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ρ. ἀλυχτῶ καὶ τοῦ οὐσ. ψυχή.

Σημασιολογία

Ἐκεῖνος ὅστις ἀποθνήσκων εἴθε νὰ ὑλακτήση ὡς σκυλλί, ἤτοι νὰ βασανισθῆ πολὺ ψυχορραγῶν: Οὑ ἀ΄ χτόψ΄χους! (ἀρά) . Πβ. ἀλυχτῶ 1.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/