ἀμετρία
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀμετρία
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀμετρία ἡ, Πελοπν. (Μάν.)— Λεξ. Κομ. Λάουνδ.
Ετυμολογία
Τὸ ἀρχ. οὐσ. ἀμετρία.
Σημασιολογία
Ἀνυπολόγιστος ἀριθμός: Εἶναι ἐκεῖ ἀμετρία.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA