ἀμπαροπαράθυρο

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀμπαροπαράθυρο

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Ουδέτερο

Τυπολογία

ἀμπαροπαράθυρο τό, άμάρτ. ἀbαρουπανάθιρου Ἴμβρ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀμπάρι καὶ παραθύρι. Τὸ ἀbαρουπανάθιρου ἐκ τοῦ ἀμαρτ. ἀμπροπανάθερο.

Σημασιολογία

Μικρὰ τετραγωνικἠ ὀπὴ ἐν τῷ τοίχῳ ὑπὲρ τὴν ἀποθήκην : Ἄνοιξι τ᾿ἀbαρουπανάθιρου γιˬὰ νὰ γλέπ᾿ ς κὶ κατέβα μεσ᾿᾿ς τ᾿ἀbάρ᾿νὰ βγά᾿ ς καρπό.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/