ἀμπελόγαττος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀμπελόγαττος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ουσιαστικό

Γένος

Αρσενικό

Τυπολογία

ἀμπελόγαττος ὁ, Κέρκ. — Λεξ. Μ. Ἐγκυκλ. ἀbελόγαττος Κεφαλλ.

Ετυμολογία

Ἐκ τῶν οὐσ. ἀμπέλι καὶ γάττος.

Σημασιολογία

1)Ἡ ἀπηγριωμένη γαλῆ ἡ διαιτωμένη εἰς τὰς ἀμπέλους. Πβ. ἀγριόγαττος. Ἡ λ. καὶ ὡς παρωνύμ. Κέρκ. Κεφαλλ. 2)Μεταφ. γυνὴ δυσειδὴς Κεφαλλ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/