ἀμπόδιστα

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀμπόδιστα

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀμπόδιστα ἐπίρρ. ἀμάρτ. ἀνεμπόδιστα ΚΠαλαμ. Παράκαιρ. 145 ἀνεbόδιστα Ἄνδρ. (Κόρθ.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ έπιθ. ἄμπόδιστος. Ἡ λ. ὡς καὶ ὁ τὺπ. ἀνεμπόδιστα καὶ παρὰ Βλάχ.

Σημασιολογία

Χωρὶς ἐμπόδιον, ἀκωλύτως, ἐλευθέρως. Συνών. ἄμποδα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/