ἀμπωχτὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀμπωχτὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀμπωχτὰ ἐπίρρ. Γ'Αθάν. Πράσιν. καπέλλ. 147.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀμπωχτός.
Σημασιολογία
Δι' ὠθήσεως: Τὸ καΐκι σήκωσε ἄγκυρα καὶ σιγὰ σιγὰ, ἀμπωχτὰ μὲ τὰ κουπι̮ὰ βγῆκε ἀπὸ τὸ λιμάνι.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA