ἀμυγδαλόπετρα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀμυγδαλόπετρα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀμυγδαλόπετρα ἡ, Ἄνδρ. Κάρπ. Κῶς Πελοπν. (Κλουτσινοχ.)Σῦρ. κ.ἀ. – Λεξ. Ἠπίτ.
Ετυμολογία
Ἐκ τῶν οὐσ. ἀμύγδαλο καὶ πέτρα.
Σημασιολογία
Πέτρωμα πυριγενές μὲ πολλὰς κοιλότητας πλήρεις ἀπὸ κρυσταλλικὰ ὀρυκτὰ παρουσιάζοντα ὄψιν ἀμυγδάλων παρενεσπαρμένων ἐντὸς τῆς μάζης τοῦ πετρώματος. Πβ. ἀμυγδαλωτὸς Α3.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA