ἀναγάληˬα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναγάληˬα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀναγάληˬα ἐπίρρ. Ἤπ. -Λεξ. Βλαστ. Δημητρ. -ΧΧρηστοβασ. Διηγ. ξενιτ. 30 ἀνάγαληˬα ΧΧρηστοβας Διηγ. στάνης 40.
Ετυμολογία
Ἐκ τῆς προθ. ἀνὰ καὶ τοῦ ἐπιρρ. ἀγάληˬα.
Σημασιολογία
1)Βραδέως, ἠρέμα, συνήθως ἐπαναλαμβανόμενον πρὸς ἐπίτασιν τῆς σημ. ἔνθ᾽ ἀν.: Τὴν κατέβασε ἀναγάληˬα ἀναγάληˬα ΧΧρηστοβ. Διηγ. στάνης ξενιτ. 30. Τὸν ἔβαλαν νὰ ἀνεβαίνῃ τὸν δρόμον ἀνάγαληˬα ἀνάγαληˬα ΧΧρηστοβασ. Διηγ. στάνης 40 Συνων. ἀγάληˬα. 2) Ὡς οὐσ., γαλήνη, ἠρεμία, ἡσυχία Λεξ. Βλαστ. Δημητρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA