ἀφρὶ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀφρὶ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Ουδέτερο
Τυπολογία
ἀφρὶ τό, Θεσσ. Πελοπν (Μεσσ.) ἄφρι Πελοπν. (Μεσσ.) - ΑΠαπαδιαμ. Φονισσ. 3.
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. ἀφρός.
Σημασιολογία
Ἀφρὸς ἔνθ’ ἀν.: ’Σ τοὶς πρύμες τους φυσομανοῦν τ᾿ ἀφριˬὰ Θεσσ. Ηὗραν τὴν Μυρμήγκαινα πεθαμένη μὲ τ᾿ ἄφριˬα ’ς τὸ στόμα ΑΠαπαδιαμ. ἔνθ’ ἀν. Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἄφρητα.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA