ἀνάγναντα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνάγναντα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀνάγναντα ἐπίρρ Κέρκ.(᾿Αργυρᾶδ.) -Λεξ.Δημητρ. ἀναγναντὶς Λευκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀνὰ καὶ τοῦ ἐπιρρ. ἀγνάντιˬα κατὰ μεταπλασμόν, παρ’ ὃ καὶ ἀγναντίς. Ἡ λ. ὑπὸ τύπ. ἀνάγναντις ἐν Πεντατεύχ (ἔκδ. Hesseling) Γένεσ. 2,18 καὶ ᾿Ἐξοδ. 28,25.
Σημασιολογία
᾿Απέναντι, ἀντικρὺ ἔνθ’ ἀν.: Νὰ μὲ βλέπῃ ἀναγναντὶς Λευκ. ‖ ᾎσμ. Θάλασσα, ποῦ ᾽σαι ἀνάγναντα καὶ ξέρεις τόν καηˬμό μου, γλήγορα φέρε μού τονε τὀν ἀγαπητικό μου ᾿Αργυρᾶδ. Τὸ πο͜ιὸς μὲ καταρἀστηκεν ἀνάγναντα ᾿ς τὸν ἥλιˬο; Λεξ. Δημητρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA