ἀναδεντράδα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναδεντράδα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσαιστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀναδεντράδα ἡ, Κάρυστ. -Λεξ. Δημητρ. ἀνεντράδα Τῆν. ἀνεdράδα Ἄνδρ. ἀλεντράδα ᾿Ικαρ ἀλεντρούδα Ἰκαρ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ ᾶρχ. οὐσ. ἀναδενδράς. Ὁ τὼ ἀνεντράδα καὶ ἀλεντράδα κατ’ ἀνομ. Πβ. ΓΧατζιδ. ΜΝΕ 2,436. Ὁ τύπ. ἀλεντρούδα κατ᾿ ἄλλα εἰς –ούδα.
Σημασιολογία
Ἄμπελος στηριζομένη ἐπὶ δένδρου ἤ ἰκριώματος ἔνθ’ ἀν.: ᾎσμ Μαυρειδερή μου λεμονεˬά, ᾿ψηλή μ᾿ ἀναδεντράδα, φαρμάκι ποῦ μὲ πότισες αὐτὴ τὴν ἑβδομάδα (πρός νέαν ἀγαπωμένην) Κάρυστ. Συνών. δράνα κληματαρεˬά, κρεββατῖνα, περγουλεˬά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA