γειτονιˬάτσα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γειτονιˬάτσα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γειτονιˬάτσα ἡ, Θρᾴκ. (Σαμακόβ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. γειτονιˬὰ καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -άτσα.
Σημασιολογία
Γειτονιˬὰ 1, ὃ ἰδ.: ᾎσμ. Μά ναί, ’ς τὸ θάμα ποὺ εἶδα ψὲς ’ς αὐτὴ τὴ γειτονιˬάτσα! Φοροῦσε ἡ μάννα κόκκινο κ’ ἡ θυγατέρα μαῦρο.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA