βουβαλᾶτος
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
βουβαλᾶτος
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίθετο
Τυπολογία
βουβαλᾶτος ἐπίθ. (Ἐλεύθερον Βῆμα 19 Αὐγούστου 1922).
Ετυμολογία
Ἐκ τοῦ οὐσ. βουβάλι ἢ βούβαλος καὶ τῆς παραγωγικῆς καταλ. -ᾶτος.
Σημασιολογία
Εὐμεγέθης, χονδρός, ἐπὶ εἴδους ἐλαιῶν.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA