ἀνάκρυφα
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀνάκρυφα
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Επίρρημα
Τυπολογία
ἀνάκρυφα ἐπίρρ. Ζάκ.
Ετυμολογία
᾿Εκ τῆς προθ. ἀνὰ καὶ τοῦ ἐπιρρ. κρυφά.
Σημασιολογία
Κρυφίως: Ἐπολέμαε μὲ τρόπο κρυφὰ κιˬ ἀνάκρυφα νὰ τὸν γελάςῃ. Συνών. κρυφά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA