ἀργοπαντρεύομαι

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀργοπαντρεύομαι

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Ρήμα

Τυπολογία

ἀργοπαντρεύομαι σύνηθ.

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ ἐπιρρ. ἀργὰ καὶ τοῦ ρ. παντρεύομαι.

Σημασιολογία

Ὑπανδρεύομαι εἰς ἡλικίαν μεγάλην: Γνωμ. Ἀργοπαντρεμένη καλοπαντρεμένη (διὰ τὴν σημ. ἰδ. συνών. φρ. ἀργομοῖρα καλομοῖρα ἐν λ. ἀργομοίρης) ΠΝιρβάν. Συναξάρ. 68.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/