γεμοφεγγαριˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
γεμοφεγγαριˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
γεμοφεγγαριˬὰ ἡ, Ἄνδρ. (Κόρθ.)-Γ.Ψυχάρ., Ἁγνή2, 161 γιˬομοφεγγαριˬὰ Εὔβ. (Κάρυστ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. γεμοφέγγαρο.
Σημασιολογία
Ἡ περίοδος τῆς πληρώσεως τῆς σελήνης ἔνθ’ ἀν.: Ἀλήθε͜ια ποὺ ἤτανε μάλαμα ὁ καιρός. Γεμοφεγγαριˬὰ Γ.Ψυχάρ., ἔνθ’ ἀν. Ἀντίθ. χασοφεγγαριˬά, χασοφεγγιˬά.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA