ἀναμίγω
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀναμίγω
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ρήμα
Τυπολογία
ἀναμίγω Πελοπν. (Γέρμ.) κ. ἀ. -Λεξ. Βλαστ. ἀναμίζου Θρᾴκ. (᾿Αδριανούπ.) Μακεδ. (Βελβ. Καστορ. Κοζ.) ἀναμίσσου Εὔβ.(Κύμ.) ἀνεμίγω Νάξ. (Γαλανᾶδ.) ἀνεμίζω Δαρδαν. (’Οφρύν.) Θρᾴκ. (Καλαμ. Μυριόφ.) Νάξ. (Γαλανᾶδ. Δαμαρ Φιλότ.) ἀνεμίζου Σκῦρ. ἀνιμίζου Θρᾴκ. (Ἀδριανούπ. Αἶν. Κομοτ. Μάδυτ.) Ἴμβρ. Λέσβ.(Πάμφιλ. Πλομαρ κ. ἀ.) Μακεδ (Γκιουβ. Καταφύγ. Καστορ. Κοζ.) ἀνιμίσοου Ἴμβρ. ᾿ναμίσσω Σύμ. Μες. ἀναμίζουμι Λέσβ. ἀνεμίζομαι Κύθν. Προπ.(᾿Αρτάκ. Πάνορμ.) ἀνιμίζουμι Κυδων. ἀνιμίζουμ’ Θρᾴκ. (Μάδυτ.) ᾽νεμίτζομαι Σύμ. ᾿νιμίγουμι Μακεδ.
Ετυμολογία
Τὸ μεσν. ἀναμίγω (θορυβῶ, συγχύζω, ταράττω), ὃ ἐκ τοῦ ᾶρχ. ἀναμιγνύω. Ὁ μεταπλασμὸς ἐκ τοῦ ᾶορ. ἀνέμιξα κατὰ τὸ ἀντίστροφον σχῆμα ἤνοιξα-ἀνοίγω κττ. Ὁμοίως καὶ τὸ ἀναμίζου ἐκ τοῦ ᾶορ. ἀνάμιξα κατὰ τὸ ἔσφαξα-σφάζω, χάραξα-χαράζω κττ. ᾿Ιδ. καὶ. ΓΧατζιδ. ΜΝΕ 1,104 καὶ 272 κἕξ. Ὁ τύπ. ἀνεμίζω διὰ τὸν ἀόρ. ἀνέμιξα.
Σημασιολογία
1) ᾿Αναταράττω, ἀνακυκῶ τι Εὔβ. (Κύμ) Λεσβ (Πλομάρ.) Νάξ (Δαμαρ.) Πελοπν (Γέρμ.) κ. ἀ. : ’Αναμίγω τό φαεῖ Γέρμ. Νὰ βάλω τὀ κούλουbο ν᾽ ἀνεμίξω τ᾽ ἀλεύρι νὰ ζυμώσω (κούλουbο₌θερμὸν ὕδωρ διὰ τὸ ζύμωμα) Δαμαρ. Συνών. ἀναδεύω Α 1, ἀνακατεύω Α 1, ἀνακατώνω Α1. β) Προπαρασκευάζω τὸ προζύμι διὰ τὸ προσεχὲς ζύμωμα ἀναμιγνύων ὕδωρ καὶ ἄλευρον πρὸς αὔξησιν τῆς ποσότητος Ναξ (Γαλανᾶδ. Φιλότ.) : Πάω ν᾽ ἀνεμίξω προζύμι Γαλανᾶδ. Ἀποβραδὺς ἀνεμίζουμενε καὶ τὸ πρωὶ ζυμώνομενε Φιλότ. Συνών. *ἀναδέρνω, ἀναδεύω Α 1 β, ἀναδίνω Α5, ἀναδορώνω 1, ἀνακαινίζω 2, ἀνακινῶ 2, ἀναπήζω, ἀναπιˬάνω. Πβ. ἀνακάνω. γ) Μες. μεταφ. ἀναμιγνύομαι, ἐμπλέκομαι εἰς ξένας ὑποθέσεις Πελοπν. ( Γέρμ.) : ᾿Αναμίγεται ᾿ς τα οἰκογενειακά τους- σὲ ξένες δουλειὲς κττ. Συνών. ἀναδεύομαι (ἰδ. ἀναδεύω Β2) ἀνακατεὐομαι (ἰδ. ἀνακατεύω Β 2), ἀνακατώνομαι (ἰδ. ἀνακατώνω Β 4). 2) κάμνω τι νὰ κινηθῇ, μετακινῶ ὀλίγον, σείω Θρᾴκ.(’Αδριανούπ. Αἶν. Κομοτ Μαδυτ Μυριόφ.) Ἴμβρ. Λέσβ (Πάμφιλ. Πλομαρ. κ. ἀ.) Μακεδ. (Κοζ. κ. ἀ.) Πελοπν. (Γέρμ.) Συμ : ᾿Εγὼ δὲν τὸ ἀνέμιξα Μυριόφ. Δὲ bουροῦσι πλεˬὰ ν᾽ ἀνιμίξ’ οὔτι χέρ’ οὔτι πουδάρ’ Αἶν. Μὴν ἀνιμίιζ’ς τοὺ τραπέζ’ Κομοτ. Τὴν πιτρούκλα δὲ μπουροῦσαν νὰ τὴν ἀναμίξ’ν ᾿Αδριαινούπ. Ἡ δ᾿λε͜ιά μ᾿ εἶνι νὰ κουπανίζου λινάρ’ ὅσου ποῦ δὲ bουρῶ ν’ ἀνιμίζου τὰ χιρέλλιˬα μ᾽ Λέσβ. Νὰ τοὐν ἔλιγαν νὰ τὴ bάρ’ τὴ bέτρα ’ς τὰ χέρια, δὲ θὰ bουροῦσι νὰ τ’ν ἀνιμι'ξ’ αὐτόθ. Ἀνάμιξέ του ψίχα Κοζ. ‖ Παροιμ. “Αι-Γεˬώρg’, βόηθα μι! -’Αμ’ ἀνέμιζι κι᾽ σὺ τὰ χέριˬα σ᾿! (ὅτι παρὰ τὴν ἐκ Θεοῦ προσδοκωμένην βοήθειαν ὀφείλομεν καὶ ἡμεῖς νὰ ἐνεργοῦμεν. Πβ. ἀρχ. «σὺν ’Αθηνᾴ καὶ χεῖρα κίνει») Μαδυτ. ‖ ᾊσμ. Ἀνέμιξι τὰ χέριˬα του, κόπ’καν κὶ οἱ ἀλυσίδις, ἀνέμιξι τσοὶ πλάτις του, ἕπισι τοῦ λιθάρι Κομοτ. Συνών. ἀναδεύω Α 2, κουνῶ, σαλεύω. Καὶ ἀμτβ. ἐνεργ καὶ μες. σείομαι, μετακινοῦμαι ὀλίγον τι, κινοῦμαι, σαλεύομαι Δαρδαν. (᾿Οφρύν.) Εὔβ. (Κύμ.) Θρᾴκ. (’Αδριανούπ. Αἶν. Καλαμ. Κομοτ. Μαδυτ. Μυριόφ.) Ἴμβρ. Κυδων. Λέσβ. (Πάμφιλ. Πλομαρ κ. ἀ.) Μακεδ. (Βελβ. Γκιουβ. Καστορ. Καταφύγ. Κοζ.) Πελοπν. (Γέρμ.) Προπ. (᾿Αρτάκ. Πάνορμ.) Σκῦρ. Σύμ. κ. ἀ.: Κἄτ’ ἀναμι'ζ’ ἰκεῖ (ἐπὶ ἑρπετοῦ) Καστορ. Τὰ χόρτα ἀναμίζ'ν αὐτόθ. Δὲν ἀναμίζου ἀπουδῶ (συνών. φρ. δὲν τὸ κουνῶ ἀπεδῶ) Βελβ. ᾿Εν ἀναμίσσει Κύμ. ’Αναμίγεται σὰ σκουλήκι Γερμ. Μὴν ἀνεμίζεσαι ᾿π᾿ τὸν τόπο σ᾽ Ἀρτάκ. Πάνορμ. Δὲν ἀναμίζιτι ᾿π᾿ τοὺν τόπου Κοζ. Μὴν ἀνιμίζισι σὰ σκ’λή’ Πάμφιλ. Τ’ ἄλουγου ἀναμίζουνταν (μόλις ἐκινεῖτο) ᾿Αδριανούπ. Ἡ ’ναῖκα μήτ᾽ ἀνιμίζιτι καθόλου Λέσβ. Μήτ’ ἀνιμίχτ’σ’ ἀπ’ τοῦ dόπου τ᾿ς, θάρε͜ιις ποῦς ἦταν καρφουμέ’ ᾿πά ᾿ς τὴ καρέgλα αὐτόθ. ’Ανεμίζουνταν ἡ γῆ θαροῦσες ἀπ᾿ τοὶς κανονεˬές Μυριόφ. Ἄς σ’κωθοῦ ᾿γὼ ν᾽ ἀνεμίζωμαι λίγο τσαὶ μὲ φτάνει τοῦτο Σκῦρ. Ἀνιμίσου! (κουνήσου!) Ἴμβρ. ᾿Ανιμιχτοῦτι ! (κουνηθἥτε!) Κυδων. ‖ Φρ. ’Απ’ τοὺν τόπου τ᾿ δὲν ἀναμίζιτι (ἐπὶ ρᾳθύμου καὶ ὀκνηροῦ) Ἀδριανούπ. ᾽Νεμίστου ἀπομπρός μου! (γκρεμιίσου!) Σύμ. ‖ Αἴνιγμ. Σιdούκα ᾿πουπάνου, σιdούκα ᾿πουκάτου τσὶ καταμισῆ ἀνιμίζ’ (ἡ χελώνη. σιdούκα₌σεντούκα) Λέσβ. ‖ Παροιμ. Βόθα Παναγιˬά!- Μ’ ἀνέμ’ζε τσαὶ σύ! (διὰ τὴν σημ. ἰδ. ἀνωτ.) Σκῦρ.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA