ἀργυρο-

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀργυρο-

Τύπος

Λήμμα

Τυπολογία

ἀργυρο- (ΙΙ) κοιν.

Ετυμολογία

Θέμα τοῦ ἐπιθ. ἀργυρός.

Σημασιολογία

Συντίθεται ὡς α΄ συνθετ. μετ᾽ οὐσιαστικῶν πρὸς δήλωσιν 1) Τῆς ὕλης τοῦ ἀργύρου ἐκ τῆς ὁποίας εἶναί τι κατεσκευασμένον ἢ κεκοσμημένον κττ. κοιν., οἷον: ἀργυραλύσιδο, ἀργυράμαξο, ἀργυροκάγκελλο, ἀργυροκάνατο, ἀργυροπίρουνο, ἀργυρόσπαθο, ἀργυρόστομο, ἀργυροχούλιˬαρο, ἀργυρόχτενο κττ. 2) Τοῦ ὡραίου, οἷον: ἀργυρόλαφο κττ. 3)Τοῦ καλοῦ, τοῦ προσφιλοῦς κττ., οἷον: ἀργυροπαίδιν.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/