ἀχὰ

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀχὰ

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίρρημα

Τυπολογία

ἀχὰ ἐπίρρ. Πόντ. (᾿Αμισ. Κερασ. Οἰν. Ὄφ. Σάντ. Τραπ. Χαλδ.)

Ετυμολογία

᾿Εκ τοῦ Τουρκ. hα.

Σημασιολογία

Ἰδού, νὰ ἔνθ’ ἀν.: ᾽Αχὰ τὰ μαντήλ' - τὸ παιδὶν – τὸ ποτήρ' κττ. Χαλδ. ᾽Αχὰ ἀκαικὰ κεῖται τὸ χαρτί σ’ (νὰ ἐκεῖ κοντὰ) Τραπ. ’Αχὰ ἔρθα (νὰ ἦρθα) αὐτόθ. 'Αχά με (νά με, ἰδοὺ ἐγὼ) Κερασ. Οἰν. ’Αχά ’τος (νά τος). ’Αχά, τέρε (νά, βλέπε) Ὄφ.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/