ἀργυροτσιβωμένος

Ενότητα:

Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών

Λήμμα

ἀργυροτσιβωμένος

Τύπος

Λήμμα

Μέρος του λόγου

Επίθετο

Τυπολογία

ἀργυροτσιβωμένος ἐπίθ. ἀμάρτ. ἀργυρουτσιβουμένους Θρᾴκ. (Αἶν.)

Ετυμολογία

Ἐκ τοῦ ἐπιθ. ἀργυρὸς καὶ τοῦ *τσιβωμένος μετοχ. τοῦ ρ. *τσιβώνω < τσιβί.

Σημασιολογία

Ὁ καρφωμένος δι᾿ ἀργυρῶν ἥλων: ᾎσμ. Βρίσκει τοὶς πόρτις σφαλιχτὲς κιˬ ἀργυρουτσιβουμένις κὶ τὰ παραθυράκιˬα του ἀργυρουκλειδουμένα.

Creative Commons

Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA

https://creativecommons.org/licenses/by-nc-sa/4.0/