ἀχαματιˬὰ
Ενότητα:
Διαλεκτικό υλικό των εκδεδομένων τόμων του Ιστορικού Λεξικού της Νέας Ελληνικής Γλώσσης της Ακαδημίας Αθηνών
Λήμμα
ἀχαματιˬὰ
Τύπος
Λήμμα
Μέρος του λόγου
Ουσιαστικό
Γένος
Θηλυκό
Τυπολογία
ἀχαματιˬὰ ἡ, Εὔβ. (Κάρυστ.)
Ετυμολογία
᾿Εκ τοῦ οὐσ. *ἄχαμα<*ἀχὰ δηλοῦντος τὸν ἦχον τῆς ἀναπνοῆς.
Σημασιολογία
᾿Αναπνοή: Παίρνου ἀχαματιˬὰ (ἀναπνέω). Συνών. ἰδ. ἐν λ. ἀνάσα 2.
Creative Commons
Αναφορά Δημιουργού - Μη Εμπορική Χρήση - Παρόμοια Διανομή 4.0 Διεθνές - CC BY-NC-SA